Please ensure Javascript is enabled for purposes of website accessibility

Η Υφαντική στην Κορινθία την περίοδο του 1821

Home   0 Comments
Η Υφαντική στην Κορινθία την περίοδο του 1821

Καθώς πλησιάζει η εθνική επέτειος της 25ης Μαρτίου 1821 αναρωτηθήκαμε για την τέχνη της υφαντικής εκείνη την περίοδο στην Κορινθία και πως κάλυπταν στις αγροτικές οικογένειες τις ανάγκες ρουχισμού και κλινοσκεπασμάτων και λευκών ειδών.

Η τέχνη της υφαντικής γνώρισε μεγάλη άνθηση τον 18ο και 19ο αι. στην Κορινθία και υπήρξε μία από τις σημαντικότερες ασχολίες των γυναικών, που συνδέθηκε άμεσα με τη ζωή τους.

Εσύ ήξερες για την ανάπτυξη της υφαντικής τέχνης στην Κορινθία από την αρχαιότητα έως και τον 20ο αιώνα;

Τα ιστορικά αυτά κείμενα και τις φωτογραφίες τα ανακαλύψαμεστο ψηφιακό μουσείο Ξυλοκάστρου:Ελλάδα 1821 με πολλά πολιτιστικά αρχεία.

Τι ύφαιναν οι γυναίκες της Κορινθίας;

Ως τέχνη γυναικεία και οικιακή εξυπηρέτησε τις ανάγκες ένδυσης και οικιακού ρουχισμού. Έχοντας αργαλειό στο σπίτι, οι αγροτικές οικογένειες κάλυπταν όλες τις ανάγκες σε είδη ρουχισμού και κλινοσκεπάσματα. Όσα σπίτια δεν είχαν αργαλειό απευθύνονταν στις επαγγελματίες υφάντρες. Τα υφαντά τέχνεργα της Κορινθίας εκφράζουν άμεσα τις συνθήκες διαβίωσης και την τοπική αισθητική.

Τα λεπτά βαμβακερά υφάσματα χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ενδυμάτων που έχουν άμεση επαφή με το σώμα, όπως π.χ. πουκάμισα, ή κεντημένα στολίζουν τραπέζια, κουρτίνες και άλλα.

παραδοσιακό μάλλινο υφαντό από αργαλειό

Με τα βαριά μάλλινα υφάσματα κατασκευάζονται κλινοσκεπάσματα, χαλιά, κάπες κτηνοτρόφων. Ανάμεσα στα υφαντά της νεότερης εποχής ξεχωρίζουν οι πάντες, ένα είδος υφαντού επιτοίχιου τάπητα.

Τι αργαλειό χρησιμοποιούσαν στην Κορινθία;

Μετά τον 11ο αι. μ.Χ. περίπου, ήλθε από την Ασία (Κίνα) στην Ευρώπη ο οριζόντιος αργαλειός με πατήθρες και μιτους για τον μηχανικό διαχωρισμό των στημονιών, που βοήθησαν στην ταχύτερη παραγωγή μεγάλου μήκους υφάσματος. Σε αυτόν τον αργαλειό η υφάντρια καθόταν και μπορούσε να χρησιμοποιεί παράλληλα τα πόδια της (πατήθρες) και με τα χέρια να ρίχνει την σαίτα, όπως έχουμε δει στην Κορινθία, αλλα και στα χωριά της νεότερης Ελλάδας.

Ένας τέτοιος αργαλειός περιγράφεται τον 5ο αι. από τον Θεοδώρητο, επίσκοπο Κύρου, ενώ στη βυζαντινή τέχνη εικονίζεται μόνο σε ένα εικονογραφημένο χειρόγραφο του 14ου αι. Ένας παρόμοιος αυθεντικός αργαλειός, που χρησιμοποιήθηκε στην Κορινθία και χρονολογείται από τον 19ο αι., συμπληρώνει τη σειρά των αργαλειών που παρουσιάζουν την εξέλιξη της υφαντικής τέχνης από τα προϊστορικά χρόνια έως και τη σύγχρονη εποχή.

Εικόνες βυζαντινές με γυναίκες να υφαίνουν σε αργαλειό στην Κορινθία

Τι ίνες χρησιμοποιούσαν για Ύφανση;

Στην Κορινθία, οι κύριες ύλες της υφαντουργίας ήταν φυτικής προέλευσης (λινάρι, σπάρτο, βαμβάκι) ή ζωϊκής (μαλλί προβάτου, τρίχα κατσίκας, μετάξι), των οποίων οι παραδοσιακοί τρόποι παραγωγής κι επεξεργασίας διατηρήθηκαν μέχρι τα μέσα του 20ου αι.

Ωστόσο, η πολύ επίπονη επεξεργασία των φυτικών ινών, όπως του λιναριού, του σπάρτου και του βαμβακιού στάθηκε αφορμή, ώστε οι γυναίκες να σταματήσουν νωρίτερα την επεξεργασία τους στο σπίτι, και να τις προμηθεύονται έτοιμες και φθηνότερες από το εμπόριο.

Το πρώτο βήμα λοιπόν ήταν η επίπονη διαδικασία κλώσης των νημάτων και ύστερα σε δεύτερη πράξη η ύφανσή τους. Κανένα κλωστικό υλικό (φυτικό ή ζωϊκό) που απαντάται στην φύση δεν είναι από μόνο του μακρύ, ανθεκτικό, αλλά και ταυτόχρονα ελαστικό.

Οι φυτικές ίνες, είναι τελείως άκαμπτες. Αντίθετα, οι ζωϊκές ίνες από το πρόβατο είναι ελαστικές, εν τούτοις είναι πολύ κοντές και σπάνε εύκολα, εάν με κάποιο τρόπο δεν ενωθούν και αποκτήσουν συνοχή. Η αναλυτή ίνα του μεταξιού, η μόνη συνεχής ίνα που απαντάται στην φύση, είναι πολύ λεπτή, και είναι αδύνατον να χρησιμοποιηθεί χωρίς κάποια επεξεργασία. Κατά συνέπεια, η κύρια δυνατότητα της πρώτης ύλης που θα χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή κλωστής είναι η ικανότητα των ινών να ενοποιούνται, ώστε με την περιστροφική κίνηση, να αποκτήσουν συνοχή, ανθεκτικότητα και να αποτελέσουν ενιαία κλωστή.

Οι Ζωϊκές κλωστές από τα κοπάδια της Ορεινής Κορινθίας

Τα πρόβατα ή τα γίδια στις ορεινές περιοχές της Κορινθίας κουρεύονταν την άνοιξη ή στις αρχές του καλοκαιριού πριν την θερινή μετανάστευση στα μεγάλα υψώματα. Καλύτερη ποιότητας πρόβειο μαλλί θεωρείτο εκείνο της πλάτης, καθώς ήταν καθαρότερο και δεν ερχόταν σε επαφή με τους θάμνους. Το κούρεμα των προβάτων/κουρά γινόταν από άντρες με την βοήθεια ειδικού ψαλιδιού και ολόκληρο το κουρεμένο, μαλλωτό μέρος του ζώου ονομαζόταν πόκος ή ποκάρι.

Μετά το κούρεμα, ακολουθούσε το ζεμάτισμα του ποκαριού με καυτό νερό, για να φύγουν το λίπος, η ακαθαρσία και τα ούρα, το στέγνωμα του πάνω στους φράχτες και το άνοιγμα των ινών με τα χέρια, για να απομακρυνθούν τα ξένα στοιχεία, όπως αγκάθια και ξυλαράκια.

λευκο μαλλι προβάτου που χρησιμοποιούσαν για κλωστές στην υφαντική στην Κορινθία

Στην συνέχεια, οι γυναίκες έξαιναν τις ίνες, με τα μικρά ή μεγάλα λανάρια (δύο σανίδια με μεταλλικά δόντια ανάμεσα τους), δηλαδή τις άνοιγαν και τις καθάριζαν, ενώ τους έδιναν παράλληλη κατεύθυνση. Στο τέλος κάνοντας τις παράλληλες ίνες τουλούπες, τις τοποθετούσαν πάνω στην ρόκα, για να τις γνέσουν σε νήμα με την βοήθεια του αδραχτιού. Από εκεί το έτοιμο νήμα μεταφερόταν στο τυλιγάδι, στην συνέχεια στην ανέμη και τέλος στα μασούρια, μικρά καλάμια που έμπαιναν στην διάστρα ή μέσα στην σαΐτα του αργαλειού.

Το πρόβειο μαλλί έχει την ιδιότητα να μπορεί να γνέθεται σε διαφορετικά πάχη και συστροφή της κλωστής, που σχετίζονται με το είδος και τη χρήση του υφάσματος, όπως ενδύματα (πουκάμισα, επενδύτες και κάπες κτηνοτρόφων) και οικιακός ρουχισμός (κλινοσκεπάματα, τάπητες και μπάντες).

Αντίθετα από τα πρόβατα, οι κατσίκες έχουν ένα πολύ κοντότριχο, αδρό τρίχωμα και η επεξεργασία της τρίχας τους ήταν δυσκολότερη. Η παραγόμενη κλωστή ήταν πολύ ανθεκτική, κατάλληλη για πρόχειρα στρωσίδια και σακκούλια αποθήκευσης. Ως ίνα, η γιδότριχα δεν είναι διαπερατή από το νερό και έχει χρησιμοποιηθεί ανάμεικτη με πρόβειο μαλλί στην κατασκευή αδιάβροχων ενδυμάτων και υφασμάτων, όπως οι κάπες των βοσκών και οι σκηνές των νομάδων κτηνοτρόφων. Λόγω του ότι δεν οι τρίχες της κατσίκας δεν μπορούν μα διαβρεχτούν, κατά συνέπεια δεν μπορούν να δεχτούν βαφή και διατηρούσαν στα υφάσματα τις φυσικές αποχρώσεις τους.

Αργαλειός με λευκο νημα

Please login first

Το καλάθι σας έχει

Δεν υπάρχουν άλλα προϊόντα στο καλάθι σας